ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ | Ο πυκνός ιστορικός χρόνος // Bee Sting // Όταν ο μιλιταρισμός βγαίνει από τα στρατόπεδα // Κύπρος, Αίγυπτος, Ισραήλ: οι σύμμαχοι της πατρίδας // Η ορατότητα της μη ορατότητας της ΛΟΑΤΚ κοινότητας // Αντιμεταναστευτική πολιτική: επιστροφή στο μέλλον // Κολωνία 2016 // Κύκλοι αγώνων των “ανεπιθύμητων” του ελληνικού ανθρωπισμού // Αντιτρομοκρατικά lockdowns (και άλλες ιστορίες) // Δύο μικρές ιστορίες και μία έκδοση // Λένε // Star Wars: Η δύναμη (της προπαγάνδας) ξυπνά //
+ ένθετο: Αυστραλία: Αντιμεταναστευτική πολιτική στην άκρη του κόσμου
>>> Το antifa BARRICADA θα το βρεις σε αυτοδιαχειριζόμενους χώρους, στο βιβλιοπωλείο του Ναυτίλου (σόλωνος και χ. τρικούπη), στo solaris (κέντρο αθήνας) και στα περίπτερα της πλατείας εξαρχείων (στουρνάρη και σπ. τρικούπη) και της πλατείας κάνιγγος (στην αρχή της ακαδημίας).
Ο πυκνός ιστορικός χρόνος
Έχουν περάσει σχεδόν δύο αιώνες από τότε που οι εξεγερμένοι του Παρισιού πυροβολούσαν τα ρολόγια για να σταματήσουν το χρόνο. Αυτή η κίνηση ήταν κύρια συμβολική. Κι αυτό που υπονοούσε ήταν πως την ώρα που οι εξεγερμένοι προλετάριοι ορίζουν οι ίδιοι τις τύχες τους ο χρόνος, ο καπιταλιστικός χρόνος παγώνει. Την ίδια στιγμή που οι προλεταριακές ανταρσίες πολλαπλασιάζονται και οι επαναστατικές πρακτικές αποκαλύπτουν όλο τους το μεγαλείο, η καπιταλιστική μηχανή αγκομαχά και σιγά σιγά ακινητοποιείται. Με άλλα λόγια ο πλούτος και η ένταση των προλεταριακών πράξεων «υπερφορτώνουν» την ιστορική κίνηση μέχρι εκείνο το σημείο που την εκτροχιάζουν, τη βγάζουν από τις ράγες που οι αφεντες του κόσμου έχουν ορίσει να κινείται. Και είναι τότε που η τάξη μιλά για συμπυκνωμένο, πυκνό ιστορικό χρόνο.
Αυτή είναι όμως, δυστυχώς, η μία μόνο όψη του νομίσματος. Στην αντίπερα όχθη, κράτη και αφεντικά κάνουν τους δικούς τους υπολογισμούς, για ό,τι εκείνα αντιλαμβάνονται σαν πυκνό ιστορικό χρόνο. Και αν μάλλον χρειάζονται τόμοι επί τόμων για να αναλυθούν οι υπολογισμοί αυτοί σε όλη τους την έκταση, υπάρχουν τα γεγονότα μες την αλληλουχία τους, αλλά και μια στοιχειώδης ερμηνεία, που πείθουν γι’ αυτόν τον αιματηρά πυκνό ιστορικό χρόνο.
Σήμερα στο χάρτη υπάρχουν κάμποσες χώρες που δεν είναι ακριβώς εκείνες που γνωρίζαμε. Δεν είναι απλά η πραγματικότητα του Αφγανιστάν, της Λιβύης, του Ιράκ και της Συρίας, όπου πόλεις ολόκληρες έχουν μετατραπεί κυριολεκτικά σε ερείπια. Είναι επιπλέον το γεγονός πως η γεωγραφική επικράτεια αυτών των κρατών -και πόσων ακόμη στο κοντινό μέλλον;- δεν πρόκειται να είναι ποτέ ξανά η ίδια. Τα σύνορά τους έχουν αλλάξει ανεπιστρεπτί και το μόνο που θα μείνει να τα θυμίζει θα είναι κάποια ονομασία. Η οποία όμως θα αναφέρεται σε άλλους τόπους, σε άλλα μέρη του χάρτη και τελικά σε άλλες σχέσεις, σε άλλους ανθρώπους. Αυτοί που πρόλαβαν να δουν τα σπίτια τους να μετατρέπονται σε συντρίμια, αυτές που δεν πρόλαβαν καν να πουν ένα αντίο στους αγαπημένους τους την ώρα του βομβαρδισμού, εκείνοι που έχουν γίνει μόνιμοι κάτοικοι κάποιου προσφυγικού καταυλισμού, εκείνες που είδαν την διπλανή τους ν’ ανατινάζεται σε κάποιο ναρκοπέδιο ή να πνίγεται σε κάποια άγνωστη θάλασσα, ξέρουν καλά πως δεν υπάρχει επιστροφή στην κανονικότητα της ζωής, των ζωών που ζούσαν. Δεν πρόκειται περί εικασίας. Ο μόνος τρόπος για να συνεχίσει κανείς μια ζωή που από διάφορες απόψεις έχει κατεδαφιστεί, είναι η απόφαση για μια «άλλη», «καινούρια» ζωή. Αυτή η αδυσώπητη διαπίστωση δεν αφορά όμως μόνο τους πρόσφυγες. Αφορά κι όλους τους υπόλοιπους που παρακολουθούν αυτό το έγκλημα, όπως και πολλά άλλα, να βρίσκονται σε εξέλιξη. Είναι τελικά ζήτημα οπτικής το που ο/η καθένας/μια τοποθετούν τον εαυτό τους μέσα σε αυτή την όλο και πιο αιματοβαμμένη ιστορία. Αν δηλαδή πραγματικά αντιλαμβάνονται πως στα χρόνια που διανύουμε υπάρχουν χώρες που σχεδόν εξαφανίζονται από τον χάρτη. Αν ελπίζουν πως με κάποιο μαγικό τρόπο στην κάθε Συρία θα επανέλθει η ειρήνη ή θεωρούν πιο πιθανό πως θα υπάρξει και επόμενο, μεθεπόμενο αντίστοιχο παράδειγμα. Κι αν τελικά συνειδητοποιούν πως οι σφαίρες του ISIS και οι βόμβες των συμμάχων βρίσκονται πια απελπιστικά κοντά τους, σχεδόν έξω απ’ την πόρτα τους.
Δεν είναι μόνο τα πτώματα των Άλλων που κάθε τρεις και λίγο ξεβράζονται στα νησιά του Αιγαίου και στις ακτές της Μεσογείου. Είναι επιπλέον το γεγονός πως στο όνομα του πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία, οι ευρωπαϊκές μητροπόλεις έχουν εδώ και καιρό ανακηρυχθεί σε εμπόλεμες ζώνες. Δεν είναι καταχρηστικός ο όρος. Αν και αυτό που συμβαίνει στις ευρωπαϊκές χώρες δε μοιάζει απαραίτητα ούτε με τα σύγχρονα πεδία μαχών στη Μ. Ανατολή, ούτε με τις όποιες αναπαραστάσεις εμπόλεμων ζωνών του πρόσφατου ευρωπαϊκού παρελθόντος (του Β.Π.Π. για παράδειγμα), εμπεριέχει δύο βασικά, βασικότατα συστατικά υλικά: στρατό και θάνατο και τα δύο σε όλο και ισχυρότερες δόσεις. Πιο σωστά θάνατο με τη μορφή των «τυφλών χτυπημάτων» που δικαιολογεί την όλο και πιο συχνή, όλο και πιο εκτεταμένη εμπλοκή του στρατού, ως μόνου αρμόδιου να (ξανα)επιβάλλει την ασφάλεια και την τάξη στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις. Αυτή την πραγματικότητα η οποία οξύνεται τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια με ρυθμούς γεωμετρικής προόδου, κανείς δεν μπορεί να την προσπεράσει, όσοι μηχανισμοί απώθησης κι αν επιστρατευθούν.
Κράτη και αφεντικά έχουν πάψει εδώ και καιρό να θέτουν ερωτήσεις. Και κάνουν ό,τι μπορούν για να γίνει σαφές πως εκείνα είναι που παράγουν τα γεγονότα, και επιταχύνουν τον ιστορικό χρόνο. Το ερώτημα παραμένει, πιο αμείλικτο από ποτέ:
which side are you on?